BOOK

Διαβάστε μαζί μας καθημερινά. Από τα «Ελληνικά Γράμματα» (8ο Κεφάλαιο)

Τα «Ελληνικά Γράμματα», σε συνεργασία με το asist.gr, από σήμερα «διαβάζουν» μαζί «Τα κορίτσια του Ένισμορ». Καθημερινά θα ανεβαίνει στο site και ένα κεφάλαιο του βιβλίου. Μαζί με τις εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα» θα σας προσφέρουμε μία ωραία λογοτεχνική... φυγή. Καλή ανάγνωση!

asist team
Asist Team /
Διαβάστε μαζί μας καθημερινά. Από τα «Ελληνικά Γράμματα» (8ο Κεφάλαιο)

KΕΦΑΛΑΙΟ 8

Το στρατηγείο του Winston Churchill, έγινε ξενοδοχείο!
Το στρατηγείο του Winston Churchill, έγινε ξενοδοχείο!


«Έχω νέα εξαιρετικής σημασίας», άρχισε η λαίδη, «κι αυτός είναι και ο λόγος που έκανα αυτή την πρωτοφανή επίσκεψη στα διαμερίσματά σας, ώστε να τα ακούσετε απευθείας από εμένα. Τον επόμενο μήνα το Ένισμορ θα ψυχαγωγήσει δύο πολύ σημαντικούς καλεσμένους και είναι επιβεβλημένο, όπως αντιλαμβάνεστε, κάθε πτυχή της φιλοξενίας μας να είναι άψογη».
Mια μέρα στις αρχές του Νοέμβρη του 1911, η λαίδη Ένις όρμησε στην αίθουσα της υπηρεσίας –πολύ ασυνήθιστη συμπεριφορά– καθώς το προσωπικό ετοιμαζόταν να πάρει το πρωινό του. Πετάχτηκαν όλοι πάνω και οι καρέκλες έπεσαν στο πέτρινο πάτωμα. Κοίταξε γύρω στο δωμάτιο με ένα ανεπαίσθητο ύφος αποστροφής και άρχισε να κάνει έντονα αέρα με τη βεντάλια της. Απηύθηνε τις παρατηρήσεις της στον κύριο Μπερκ, ο οποίος φάνηκε πολύ αγχωμένος με την ξαφνική καταπάτηση του βασιλείου του από τη λαίδη.

«Θέε μου, λυπήσου μας!» φώναξε η κυρία Ο’Λίρι. «Είναι ο βασιλιάς αυτοπροσώπως;»

Ο κύριος Μπερκ χλόμιασε με το θράσος της μαγείρισσας.

«Λαίδη Ένις, σας παρακαλώ, συγχωρήστε…»

Η λαίδη Ένις όμως απλώς ανέμισε τη βεντάλια της προς το μέρος του και του απηύθηνε ένα παγωμένο χαμόγελο.

«Όχι, όχι ο βασιλιάς, Μπερκ, αλλά όντως γαλαζοαίματοι. Αμερικανοί γαλαζοαίματοι. Ο κύριος Τζουλς Χόφμαν, Αμερικανός βιομήχανος και επικεφαλής της κοινότητας της Νέας Υόρκης, και η κόρη του, η δεσποινίς Σοφία Χόφμαν, θα είναι μαζί μας για έναν μήνα. Επιθυμώ να τους δείξω ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η αγγλική φιλοξενία. Τίποτα δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη. Ακόμα και η μικρότερη λεπτομέρεια χρειάζεται προσοχή. Αναμένω από εσάς να σταθείτε στο ύψος των περιστάσεων. Και, κυρία Μέρφι», είπε γυρνώντας προς την οικονόμο, «μπορείτε να φέρετε όσο επιπλέον προσωπικό θεωρείτε απαραίτητο. Δεν φειδόμαστε εξόδων. Αυτά είχα να πω, καλή σας ημέρα».

Ο κύριος Μπερκ σχεδόν παραπάτησε για να συνοδεύσει τη λαίδη έξω από την αίθουσα και ως τις πολυπατημένες ξύλινες σκάλες που οδηγούσαν στο ισόγειο. Όταν έφυγε, μόνο ένα αδιόρατο άρωμα γαρδένιας παρέμεινε. Το προσωπικό κοιτούσαν ο ένας τον άλλον.

«Βρε, τι μας λες!» είπε η κυρία Ο’Λίρι. «Αγγλική φιλοξενία και κουραφέξαλα! Από μένα πάντως θα έχουν μόνο ένα καλό ιρλανδέζικο μαγείρεμα».

Η Θέλμα τής έριξε ένα αγελαδίσιο βλέμμα.

«Δεν έχω γνωρίσει ποτέ Αμερικανό, κυρία Ο’Λίρι. Αλήθεια, είναι σαν όλους εμάς;»

«Βέβαια, έχουν όλοι κέρατα πάνω τους», πετάχτηκε ο Άντονι, «και κουβαλάνε δίκρανα, και τρώνε μικρά κοριτσόπουλα σαν κι εσένα για βραδινό».

Η Θέλμα έβγαλε μια κραυγή.

«Ε, σταμάτα πια να πειράζεις το κορίτσι, Άντονι», επενέβη η κυρία Ο’Λίρι.

«Είμαι σίγουρη πως είναι πολύ αξιοπρεπείς άνθρωποι», είπε η κυρία Μέρφι. «Πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να φροντίσουμε ώστε η διαμονή τους να είναι όσο πιο ευχάριστη και άνετη γίνεται. Οπότε αρκετά με αυτές τις σαχλές κουβέντες και ας πιάσουμε δουλειά».

Μολονότι η επίσκεψη μιας Αμερικανίδας κληρονόμου ήταν κάτι καινούργιο για τους υπηρέτες του Ένισμορ, ένα τέτοιο γεγονός ήταν πλέον συνηθισμένο στα μεγάλα σπίτια της Αγγλίας και της Ιρλανδίας. Όπως και η οικογένεια Μπελ, οι περισσότεροι ευγενείς στη Βρετανία στις αρχές του εικοστού αιώνα βίωναν πρωτόγνωρες οικονομικές δυσκολίες. Παραδοσιακά, οι αριστοκράτες έβλεπαν τους εαυτούς τους ως εκείνους που ζούσαν στα αχανή κτήματα, και οι σοδειές, τα ζώα και τα ενοίκια από τη γη θεωρούνταν αρκετά για να καλύψουν τα έξοδα του κτήματος.

Για τα προσωπικά τους έξοδα, όπως οι διακοπές στο εξωτερικό, η ανακαίνιση του σπιτιού, τα χρέη από τον τζόγο, η συντήρηση μιας ερωμένης και τα κόστη για να «ακολουθούν την καλή κοινωνία», στράφηκαν σε πρόθυμους τραπεζίτες που δεν είχαν την τόλμη να τους πιέσουν πολύ έντονα για την εξόφληση των δανείων τους. Ο λόρδος Ένις, όπως και οι όμοιοί του, είχε κληρονομήσει τέτοιου είδους συμπεριφορές από τους προκατόχους του, και παρότι ήταν πιο συνετός από τη σύζυγό του στα οικονομικά, δεν πολυσκεφτόταν αυτά τα θέματα.

Ωστόσο, καθώς ο ανταγωνισμός για σιτάρι και ζώα από την Αμερική άρχισε να ροκανίζει αργά τα εισοδήματα από τα κτήματά τους και καθώς οι φόροι κληρονομιάς άρχισαν να αυξάνονται, η οικονομική καταστροφή παραμόνευε για πολλούς γαιοκτήμονες με έλλειψη ρευστότητας. Έτσι, γινόταν ολοένα και πιο σύνηθες για την τοπική αριστοκρατία να στρέφει το βλέμμα της προς τον Νέο Κόσμο της Αμερικής και στην αφθονία του, αναζητώντας εύπορες κληρονόμους πρόθυμες να ανταλλάξουν την περιουσία τους μ’ έναν τίτλο.

Ο λόρδος Ένις και η λαίδη Ένις, επομένως, είχαν πλήρη συναίσθηση πως ο μεγαλύτερος γιος τους, ο Τόμας, έπρεπε να κάνει έναν καλό και επωφελή γάμο προκειμένου να επιβιώσουν και να παραμείνουν ακέραια το Ένισμορ και το κτήμα των Ένις. Έτσι, η λαίδη Ένις τελικά συμβιβάστηκε με την πιθανότητα, όσο αποκρουστική κι αν της ήταν, να χρειαστεί να δεχτεί μια Αμερικανίδα ως νύφη.

Μια τέτοια κληρονόμος ήταν η δεσποινίς Σοφία Χόφμαν. Οι γείτονες των Μπελ, ο μαρκήσιος και η μαρκησία του Σλάιγκο, είχαν ειδοποιήσει ότι οι Χόφμαν θα τους επισκέπτονταν στο κτήμα Ουέστπορτ στα τέλη του φθινοπώρου, και η λαίδη Ένις άδραξε την ευκαιρία της.

Έφτασαν στις αρχές του Δεκέμβρη. Ένας προσεκτικός παρατηρητής θα μπορούσε να ανταπαραβάλει το γεγονός με την πρότερη άφιξη γαλαζοαίματων στο Ένισμορ τουλάχιστον δέκα χρόνια πριν. Αντί για άμαξες και αμαξάδες με ημίψηλα, αυτοί οι επίσημοι έφτασαν με ένα κομψό μηχανοκίνητο όχημα που λαμποκοπούσε τόσο όσο τα άλογα που έσερναν την άμαξα της βασίλισσας Βικτόριας. Η επίμονη βροχή είχε ξαφνικά σταματήσει και μια ηλιαχτίδα πρόβαλε σαν χαιρετισμός. Σε αυτή την περίπτωση, αντί να κρυφοκοιτά από το παράθυρο του υπογείου, η Ρόζι παρατάχθηκε στα μπροστινά σκαλοπάτια μαζί με τους υπόλοιπους υπηρέτες. Θα μπορούσε κανείς να βγάλει το συμπέρασμα ότι, όταν η Αμερικανίδα «βασίλισσα» εμφανίστηκε, η αντίδραση της Ρόζι θα ήταν πολύ διαφορετική απ’ ό,τι πριν.

Η δεσποινίς Σοφία Χόφμαν δεν θα τους απογοήτευε. Ήταν ψηλότερη από οποιαδήποτε γυναίκα είχε κάνει την εμφάνισή της ποτέ στο Ένισμορ. Τα πυκνά, μαύρα της μαλλιά, η σταρένια επιδερμίδα και τα μεγάλα σκούρα μάτια της σχημάτιζαν μια όψη εξωτικής ξένης – μια όψη που όφειλε στην Ιταλίδα μητέρα της και στον Εβραίο πατέρα της. Φορούσε ένα κόκκινο μάλλινο φόρεμα, που ακολουθούσε τις φυσικές γραμμές της λεπτής σιλουέτας της και ήταν σκανδαλωδώς κοντό αποκαλύπτοντας τους αστραγάλους της. Ο πατέρας της, ο κύριος Τζουλς Χόφμαν, είχε λιγότερο γοητευτική εμφάνιση. Ήταν πιο κοντός από την κόρη του κατά έξι ίντσες, μελαμψός, με μεγάλη κοιλιά και μουστάκι, αλλά κυκλοφορούσε με την άνεση ενός πυγμάχου – άχαρος αλλά δυνατός.

Η λαίδη Ένις επιστράτευσε όλη την αξιόλογη ανατροφή της για να υποδεχθεί τους καλεσμένους της, σκύβοντας με δυσκολία ώστε να επιτρέψει στον κύριο Χόφμαν να της αφήσει ένα φιλί στο μάγουλο, και απλώνοντας το χέρι της σε έναν επίσημο χαιρετισμό προς την κόρη του. Ο λόρδος Ένις, αντιθέτως, τους υποδέχτηκε με ηχηρό ενθουσιασμό – ένα μείγμα εξασκημένης συμπεριφοράς επαρχιώτη τσιφλικά και πολιτικού. Οι υπηρέτες έσκυψαν κι έκαναν υποκλίσεις, και ο καθένας τους μάζευε εντυπώσεις από τους επισκέπτες με σκοπό να τις κουβεντιάσει ύστερα στον κάτω όροφο.

Εκείνο το βράδυ η οικογένεια και οι επισκέπτες συγκεντρώθηκαν στη βιβλιοθήκη. Ήταν ένα λιτό και επίσημο δωμάτιο γεμάτο δερμάτινες και μπροκάρ πολυθρόνες σε φθινοπωρινές αποχρώσεις και σκούρο κόκκινο και μουντό κεχριμπαρένιο χρώμα. Ένα ξεφτισμένο ανατολίτικο χαλί κάλυπτε το ξύλινο πάτωμα και ξεθωριασμένες κόκκινες βελούδινες κουρτίνες που τις συγκρατούσαν χρυσοί φιόγκοι πλαισίωναν τα ψηλά παράθυρα. Τρόπαια από κυνήγι και ψάρεμα κοσμούσαν τους τοίχους – ανάμεσά τους, μια κεφαλή αλεπούς που χαμογελούσε διάπλατα και μια ασημένια εύθραυστη πέστροφα. Μια φωτιά σιγόκαιγε στο μεγάλο τζάκι και οι φλόγες απάλυναν τις σκοτεινές σκιές του απογευματινού φωτός που ολοένα και λιγόστευε.

Η δεσποινίς Σοφία Χόφμαν, έχοντας μόλις επιστρέψει από τον περίπατο στους κήπους, τα είδε όλα αυτά με μια ματιά προτού σωριαστεί άγαρμπα σε έναν δερμάτινο καναπέ. Έσκυψε και έλυσε τα κορδόνια των παπουτσιών της, βγάζοντάς τα και σπρώχνοντάς τα στην άκρη. Τέντωσε τα πόδια της και κούνησε τα δάχτυλα με έναν αναστεναγμό ευχαρίστησης.

«Έτσι είναι πολύ καλύτερα», είπε χαμογελώντας στη συγκεντρωμένη συντροφιά, τα βλέμματα της οποίας ήταν καρφωμένα πάνω της. «Μπερκ, μπορώ να έχω ένα ποτήρι σέρι;»

Ο κύριος Μπερκ γύρισε προς το μέρος της.

«Αμέσως, κυρία μου».

Η λαίδη Ένις δεν μπόρεσε να κρύψει την έκπληξή της μπροστά στη συμπεριφορά αυτού του κοριτσιού. Τα κορίτσια με καλή ανατροφή περίμεναν να τα ρωτήσουν αν θέλουν κάτι να πιουν.

Καθώς ο μπάτλερ έδινε στη Σοφία το ποτό της, ο Τόμας και ο Βαλεντάιν Μπελ κοιτάζονταν μεταξύ τους χαμογελώντας διάπλατα. Είχαν μόλις επιστρέψει από την ιππασία και φορούσαν ακόμα τις στολές τους. Δεν έκαναν τον κόπο να χασομερήσουν για ν’ αλλάξουν φορώντας την επίσημη ενδυμασία τους, τόσο αγχωμένοι ήταν για να γνωρίσουν τους καλεσμένους, και ιδιαίτερα τη δεσποινίδα Σοφία.

Η Σοφία χτύπησε απαλά τον καναπέ.

«Εσείς πρέπει να είστε οι Μπελ Μπόις». Γέλασε και το φαρδύ στόμα της άνοιξε περισσότερο απ’ όσο ήταν πρέπον, αφήνοντας να φανεί μια τέλεια, λευκή οδοντοστοιχία. «Ελάτε να καθίσετε δίπλα μου».

Χαμογέλασε στον πατέρα της, που στεκόταν δίπλα στον λόρδο Ένις στο τζάκι αργοπίνοντας το μπράντι του.

«Οι Μπελ Μπόις,* μπαμπά, το πιάνεις; Δεν είναι αστείο;»

Ο Τζουλς κούνησε το κεφάλι του στην κόρη του και αναστέναξε.

«Μη γίνεσαι ασεβής, αγάπη μου», είπε.

Στράφηκε στον λόρδο Ένις.

«Είναι πολύ πνευματώδης, Έντουαρντ. Μεγάλωσε στο Σικάγο, όπου οι τρόποι είναι, ας πούμε, λιγότερο τυπικοί απ’ ό,τι στη Νέα Υόρκη. Δυσκολεύομαι να τη χαλιναγωγήσω ώστε να προσαρμοστεί στους νεοϋορκέζικους κύκλους, και η αγαπημένη μου αείμνηστη σύζυγος δεν βρίσκεται πια μαζί μας για να κατευνάσει τους τρόπους της. Ελπίζω να πάρει λίγη από την αγγλική σας κοσμιότητα».

«Μην ποντάρεις σ’ αυτό, μπαμπά», γέλασε η Σοφία.

«Μου θυμίζει τα καθαρόαιμά μου», είπε ο λόρδος Ένις. «Το πνεύμα τους είναι αυτό που τα κάνει να ξεχωρίζουν από τα απλά άλογα. Απλώς χρειάζονται τον σωστό χειρισμό – θυμάμαι πως έκανα τις ίδιες σκέψεις για τη Βικτόρια όταν ήταν παιδί. Κανόνισα να κάνει μαθήματα μαζί μ’ ένα καλό κορίτσι από φάρμα και την τακτοποίησε μια χαρά».

Η λαίδη Ένις, η οποία καθόταν στητή στην μπερζέρα της, καθάρισε τον λαιμό της, κοίταξε με έμφαση τον σύζυγό της και χτύπησε νευρικά το πόδι της. Με δυσκολία έκρυβε τον τρόμο της καθώς έβλεπε τη Σοφία και τους γιους της να μιλούν ζωηρά μεταξύ τους. Έριξε μια ματιά στην αδελφή της. Η Λουίζα παρατηρούσε την καλεσμένη τους σαν να μελετούσε κάποιο εξωγήινο δείγμα σε γυάλινη προθήκη.

Η Βικτόρια, από την άλλη, χαμογελούσε κατενθουσιασμένη. Είχε γοητευτεί από αυτό το κορίτσι που δεν ήταν και πολύ μεγαλύτερο από την ίδια και που είχε εισβάλει στο Ένισμορ σαν φρέσκο αεράκι, διώχνοντας τη μούχλα που είχε διαποτίσει το παλιό σπίτι εδώ και αιώνες. Η φωνή της ήταν πιο δυνατή, το γέλιο της πιο εγκάρδιο και οι κινήσεις της πιο ελεύθερες από οποιαδήποτε άλλη γυναίκα είχε πατήσει το πόδι της σε αυτό το σπίτι πριν από εκείνη. Δεν έδινε προσοχή στα άγρια βλέμματα της λαίδης Ένις και της λαίδης Λουίζας ή στο ανασηκωμένο φρύδι του λόρδου Ένις – στην πραγματικότητα φαινόταν να μην έχει συναίσθηση των άφατων σινιάλων αποδοκιμασίας που ήταν κοινά σε όλο τον κόσμο της αριστοκρατίας.

Ο Τζουλς Χόφμαν και ο λόρδος Ένις, χωρίς να έχουν αντιληφθεί την αυξανόμενη δυσφορία της λαίδης Ένις, άρχισαν μια έντονη συζήτηση σχετικά με τις κλιμακούμενες αναταραχές της εργατικής τάξης σε Ιρλανδία και Αμερική.

«Υπάρχει ένας τύπος ονόματι Λάρκιν, ο οποίος ξεσηκώνει τους εργάτες στο Δουβλίνο», είπε ο λόρδος Ένις κάνοντας νόημα στον Μπερκ για ένα ακόμα ποτό. «Απειλεί να παραλύσει την πόλη με τις αναθεματισμένες απεργίες του. Δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά ένας δημαγωγός. Και τώρα η σαλεμένη του αδελφή, η Ντίλια, έχει οργανώσει ένα σωματείο για τις γυναίκες εργάτριες! Λες και δεν είχαμε αρκετά προβλήματα με αυτές τις σαχλαμάρες του Νόμου περί Αυτοδιάθεσης. Τώρα έχουμε κι αυτό».

Ο Τζουλς Χόφμαν ύψωσε το βλέμμα του προς τον λόρδο Ένις, ο οποίος ήταν καμιά τριανταριά πόντους ψηλότερος από εκείνον.

«Τα εργατικά μας προβλήματα στην πατρίδα είναι πολύ παλιότερα από τα δικά σας, Έντουαρντ», αποφάνθηκε με δυνατή φωνή κάπως δυσανάλογη προς το ύψος του. «Έχουμε δει το μερτικό μας σε εθνικές απεργίες όσο εσείς, οι Άγγλοι, περνούσατε την ώρα σας παίζοντας κρίκετ. Έχετε ελάχιστη

εμπειρία στο πώς να χειρίζεστε προβλήματα του πραγματικού κόσμου». Ο Τζουλς, αγνοώντας την κόκκινη απόχρωση που γινόταν ολοένα και πιο έντονη στο πρόσωπο του οικοδεσπότη του, συνέχισε. «Και δεν θα υποτιμούσα τα γυναικεία σωματεία αν ήμουν στη θέση σου. Δραστηριοποιούμαι στην αγορά της υφαντουργίας, όπως ξέρεις, στην οποία απασχολούνται κυρίως γυναίκες εργάτριες. Μας γονάτισε η απεργία της Σερτγουέιστ στη Νέα Υόρκη το 1909, όταν κοντά είκοσι χιλιάδες γυναίκες παράτησαν τη δουλειά. Μας πήρε μήνες για να κάνουμε κάποιον συμβιβασμό, αλλά έπρεπε να γίνει. Δεν μπορούμε να στεκόμαστε εμπόδιο στην πρόοδο».

Ο Βαλεντάιν είχε αφήσει τον Τόμας μόνο του με τη Σοφία και είχε πάει με τους άντρες κοντά στο τζάκι.

«Είχε ως αποτέλεσμα καλύτερες συνθήκες εργασίας για τις γυναίκες και καλύτερους μισθούς», είπε ο Βαλεντάιν, χωρίς να δίνει σημασία στο προειδοποιητικό βλέμμα του πατέρα του. «Δεν προχώρησε όμως αρκετά. Εννοώ, για δείτε την πυρκαγιά στο εργαστάσιο της Σερτγουέιστ Τράιανγκλ που συνέβη στην πόλη σας φέτος – πάνω από εκατό γυναίκες και κορίτσια πέθαναν σε τρομερές συνθήκες».

Ο Τζουλς κούνησε το κεφάλι του.

«Φριχτή τραγωδία, συμφωνώ. Δυστυχώς, δεν πήραν όλοι οι εργοστασιάρχες τα μαθήματά τους από την απεργία του 1909. Ίσως να το κάνουν τώρα». Κοίταξε και πάλι τον λόρδο Ένις. «Έξυπνο το παλικάρι σου, Έντουαρντ. Σε αντίθεση με τη δική σου τη γενιά, φαίνεται να είναι ενημερωμένος για το τι συμβαίνει στον κόσμο. Και να έχει συναίσθηση του τι χρειάζεται για τη δίκαιη μεταχείριση της εργατικής τάξης».

Ο Βαλεντάιν χαμογέλασε πλατιά, αγνοώντας το αιχμηρό βλέμμα του πατέρα του.

«Σας ευχαριστώ, κύριε».

«Ίσως έπρεπε να σκεφτείς σοβαρά το ενδεχόμενο να μας επισκεφθείς στη Νέα Υόρκη σύντομα, Βαλεντάιν. Έχουμε ανάγκη από προοδευτικούς νέους σαν κι εσένα».

Ο Βαλεντάιν υποκλίθηκε.

«Πολύ ευγενική η πρόσκλησή σας, κύριε, αλλά νομίζω ότι η κόρη σας θα προτιμούσε μια επίσκεψη από τον μεγάλο μου αδελφό».

Κοίταξε προς τα εκεί όπου κάθονταν ο Τόμας και Σοφία, με τα κεφάλια τους σχεδόν να ακουμπούν, απορροφημένοι βαθιά στη συζήτησή τους.

Ο Μπερκ περπάτησε στο μέσον του δωματίου και καθάρισε τον λαιμό του.

«Το δείπνο σερβίρεται», είπε.

«Επιτέλους», αναστέναξε η λαίδη Ένις καθώς σηκώθηκε για να οδηγήσει τη συντροφιά στην τραπεζαρία.

 

Οι Χόφμαν έμειναν για τρεις εβδομάδες, κατά τη διάρκεια των οποίων η έλλειψη ενδιαφέροντος της Σοφίας για τους κανόνες ευπρέπειας των ευγενών υπήρξε συχνό θέμα συζήτησης ανάμεσα στους υπηρέτες.

«Είναι μια ανάσα φρέσκου αέρα αυτό το κορίτσι», χαμογέλασε η κυρία Ο’Λίρι.

Η Σάντι Κάναβαν έγνεψε.

«Η λαίδη Λουίζα δεν ξέρει τι να την κάνει. Ακούω όμως ότι και η λαίδη Ένις είναι έξω φρενών. Δεν βλέπει την ώρα να τη δει να ξεκουμπίζεται».

Η νεαρή Θέλμα γέλασε ονειροπόλα.

«Πιστεύετε πως θα παντρευτούν; Ο αφέντης Τόμας και η δεσποινίς Σοφία;»

Η Σάντι χαχάνισε.

«Καλά, αυτό δεν θα ήταν ξεκαρδιστικό; Η λαίδη από την ντροπή της θα έπεφτε τάβλα στο κρεβάτι για κάνα εξάμηνο».

«Δικιά της θα έπρεπε να ’ναι η ντροπή», είπε η κυρία Ο’Λίρι. «Εγώ λέω πως θα ’πρεπε να πετάει στα σύννεφα με τέτοιο ταίριασμα. Ένα αξιαγάπητο, προσγειωμένο κορίτσι για τον αφέντη μας τον Τόμας θα ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να της συμβεί».

«Για να μην αναφέρουμε τα χρήματα που θα φέρει μαζί της», πρόσθεσε η Σάντι.

Η Ρόζι δεν συμμετείχε στα σχόλιά τους. Της άρεσε αρκετά η Σοφία κρίνοντας απ’ όσο την είχε δει, και χαιρόταν για τον Τόμας, αλλά στο κάτω κάτω ό,τι κι αν έκαναν αυτοί δεν άλλαζε σε κάτι τη ζωή της. Αυτός που την απασχολούσε ήταν ο Βαλεντάιν. Ο Σον, ο νεότερος λακές, είχε αναφέρει την προσφορά του κυρίου Χόφμαν να πάρει τον Βαλεντάιν στη Νέα Υόρκη. Εκείνος είχε αρνηθεί, σύμφωνα με τον Σον, αλλά αν το ξανασκεφτόταν; Αν αποφάσιζε να πάει; Ήξερε ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα πάνω του, αλλά όσο κι αν προσπαθούσε να καταπνίξει τα αισθήματά της για εκείνον, οι σπίθες ξανάναβαν από μόνες τους.

Την ημέρα της αναχώρησης των Χόφμαν για το Λονδίνο όπου επρόκειτο να περάσουν τα Χριστούγεννα με μερικούς Αμερικανούς φίλους, η Ρόζι είδε τον Βαλεντάιν να αποχαιρετά την άμαξά τους. Είχε πολύ λίγες ευκαιρίες να τον δει από τότε που εκείνος είχε επιστρέψει με τον Τόμας για την επίσκεψη των Χόφμαν. Ήταν απασχολημένος με πολλές δραστηριότητες. Ο λόρδος και η λαίδη Ένις είχαν κανονίσει πολλά για τους καλεσμένους τους – ιππασία, σκοποβολή, ψάρεμα και επισκέψεις σε διάφορους εξέχοντες γείτονες. Και η Θέλμα εξακολουθούσε να καθαρίζει το δωμάτιό του. Καθώς η άμαξα αναχωρούσε, εκείνος γύρισε τόσο απότομα που η Ρόζι δεν πρόλαβε να εξαφανιστεί προτού την αντιληφθεί. Σήκωσε το χέρι του και τη χαιρέτησε, αλλά το μόνο που μπόρεσε εκείνη να κάνει ήταν να του γνεύσει. Καθώς έμπαινε από την μπροστινή πόρτα, ο Βαλεντάιν ξανακοίταξε πίσω και χαμογέλασε.

Σκέφτηκε πως το χαμόγελό του θα έπρεπε να της αρκεί, αλλά η καρδιά της πόνεσε περισσότερο. Συγκράτησε τα δάκρυά της καθώς έκανε βιαστικά τον κύκλο του σπιτιού και επέστρεψε στην κουζίνα. Μακάρι να υπήρχε κάποιος στον οποίο να μπορούσε να εξομολογηθεί τι της συνέβαινε. Αλλά η μαμά ήταν εκτός εαυτού από την ανησυχία της για την Μπρίντι. Τα προηγούμενα χρόνια, το λογικό θα ήταν να μιλήσει στη Βικτόρια. Δεν μπορούσε να το κάνει όμως τώρα. Από τότε που η Βικτόρια είχε επιστρέψει στο σπίτι από τα ταξίδια της, σπανίως συναντούσαν η μία την άλλη, και ενώ η Βικτόρια ήταν αρκετά ζεστή στους χαιρετισμούς της, υπήρχε μια απόσταση μεταξύ τους μεγαλύτερη κι από τη λίμνη Κον.

Όταν έφυγαν οι Χόφμαν, οι υπηρέτες είχαν ελάχιστο χρόνο για ανάπαυση. Τα Χριστούγεννα είχαν σχεδόν φτάσει, και παρότι δεν περίμεναν άλλους επισκέπτες, σύντομα θα ξεκινούσαν τις συνήθεις εορταστικές προετοιμασίες. Η λαίδη Ένις ήταν αμείλικτη ως προς τις προδιαγραφές που έπρεπε να διατηρηθούν. Εξάλλου, μπορεί να τους επισκέπτονταν απροειδοποίητα κάποιοι γείτονες.

Έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, οι μόνοι επισκέπτες που ήρθαν απρόσκλητοι ήταν η λαίδη Μάριαν Μπελφλέρ και ο σύντροφός της, ο κύριος Κίρνι. Ως συνήθως, έφτασαν χωρίς να έχουν ενημερώσει. Ήταν παραμονή Χριστουγέννων και η οικογένεια μαζί με τον αιδεσιμότατο Ουότσον, που είχε προσκληθεί τελευταία στιγμή, ήταν έτοιμοι να καθίσουν για δείπνο όταν μια αναστάτωση ήρθε από το μπροστινό χολ. Στην αρχή η λαίδη Ένις πετάχτηκε ενθουσιασμένη. Θα είχαν λοιπόν περισσότερους καλεσμένους τελικά. Όταν όμως είδε τη νύφη της να εισβάλει, το χαμόγελό της έσβησε και βυθίστηκε πάλι στην καρέκλα της.

«Χρόνια πολλά σε όλους σας», είπε η λαίδη Μάριαν. «Ο κύριος Κίρνι κι εγώ πηγαίνουμε στο κτήμα της αγαπητής μας λαίδης Γκρέγκορι στο Γκόλγουεϊ και σκεφτήκαμε πως θα ’ταν καλή ιδέα να σας κάνουμε μια επίσκεψη-έκπληξη». Έκανε παύση και κοίταξε γύρω στο τραπέζι. «Ω αγαπητέ, αυτός είναι ο μόνος σου καλεσμένος;» συνέχισε κοιτάζοντας κατάματα τον αιδεσιμότατο Ουότσον. «Ήλπιζα να συναντήσω τους Αμερικανούς σας».

«Δεν ήταν οι Αμερικανοί μας», είπε η λαίδη Ένις, «και έφυγαν για το Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα».

Η λαίδη Μάριαν και ο κύριος Κίρνι κάθισαν στο τραπέζι καθώς οι λακέδες έτρεχαν να τακτοποιήσουν δύο θέσεις ακόμα.

«Άκουσα λοιπόν ότι η κόρη ήταν ένα εξαίρετο δείγμα των κύκλων του Νέου Κόσμου», είπε. «Οι φήμες λένε ότι ιππεύει σαν άντρας, αψηφά τους κανόνες και είναι πολύ ειλικρινής».

«Και δεν φοράει κορσέ», πετάχτηκε η Βικτόρια χαχανί-
ζοντας.

Η λαίδη Ένις έριξε στην κόρη της ένα δηλητηριώδες βλέμμα, ενώ ο Τόμας έκλεισε το μάτι στον Βαλεντάιν.

«Προφανώς είναι μια αυξανόμενη τάση στη γυναικεία μόδα», είπε η Βικτόρια αγνοώντας τη μητέρα της, «που την υποστηρίζει ο μεσιέ Πουαρέ, ο Γάλλος σχεδιαστής. Στόχος του είναι ν’ απελευθερώσει τις γυναίκες από τους περιορισμούς των στενών ενδυμάτων και να τους επιτρέψει μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων».

«Πραγματικά, Βικτόρια», είπε η μητέρα της, «αυτή δεν είναι η κατάλληλη συζήτηση για την τραπεζαρία – και ειδικά μπροστά στον καλεσμένο μας. Συγχωρήστε την, αιδεσιμότατε Ουότσον».

Ο εφημέριος, που φαινόταν να πίνει σε κάθε κουβέντα της Βικτόριας, τινάχτηκε και κοκκίνισε.

«Δεν χρειάζεται καμία συγχώρεση, λαίδη Ένις», μουρμούρισε. «Πρόκειται απλώς για τον ενθουσιασμό ενός νεαρού κοριτσιού που βράζει. Χαριτωμένο, πραγματικά».

Πήρε τα μάτια του από τη Βικτόρια, ενώ η λαίδη Λουίζα συνοφρυώθηκε.

Η λαίδη Μάριαν ήπιε μια γουλιά από το κρασί της και απευθύνθηκε προς τον Τόμας.

«Λοιπόν, νεαρέ, ποια είναι η γνώμη σου για τη δεσποινίδα Χόφμαν; Θα γινόσασταν ένα ταιριαστό ζευγάρι;»

«Πραγματικά, Μάριαν…» άρχισε η λαίδη Ένις.

Ο Τόμας χαμογέλασε.

«Είναι εξαιρετικό κορίτσι, θεία Μάριαν. Πολύ πιο αναζωογονητική από τις νεαρές κυρίες που έχω συνηθίσει. Ελπίζω να την επισκεφθώ στο Λονδίνο όταν επιστρέψω από την Οξφόρδη. Θα είναι εκεί μέχρι τον Απρίλιο. Ύστερα μαζί με τον μπαμπά της θα ταξιδέψουν πίσω στην πατρίδα τους με το καινούργιο πλοίο, τον “Τιτανικό”».

«Ίσως πρέπει να πας μαζί της», είπε η λαίδη Μάριαν. «Ευκαιρία να δεις τον Νέο Κόσμο με τα ίδια σου τα μάτια». Κοίταξε μια τον Τόμας, μια τον Βαλεντάιν. «Ίσως θα ’πρεπε να πάτε κι οι δυο σας».

«Ο κύριος Χόφμαν ήταν αρκετά ευγενικός ώστε να καλέσει τον Βαλεντάιν», είπε ο λόρδος Ένις κοιτάζοντας τον νεότερο γιο του. «Ίσως να είναι μια καλή ευκαιρία να βρει τον δρόμο του. Ένας Θεός ξέρει πώς δεν τον βρήκε εδώ».

Επικράτησε σιωπή για μια στιγμή ώσπου η λαίδη Ένις μίλησε.

«Πραγματικά, Έντουαρντ, δεν θα μπορούσαμε ν’ αφήσουμε και τους δυο γιους μας να ταξιδέψουν με το ίδιο πλοίο στην Αμερική. Κι αν συμβεί κάτι τρομερό;»

«Ο “Τιτανικός” θα είναι αρκετά ασφαλής», είπε ο Τόμας. «Λέγεται πως είναι το καλύτερο πλοίο που φτιάχτηκε ποτέ. Μα μη βιάζεσαι, μαμά, ούτε εγώ ούτε ο Βαλεντάιν δεσμευτήκαμε για ένα τέτοιο ταξίδι. Έτσι δεν είναι, αδελφέ;»

Ο Βαλεντάιν κούνησε το κεφάλι του αποφεύγοντας το βλέμμα του πατέρα του.

Η λαίδη Μάριαν όμως δεν είχε τελειώσει.

«Ω, θα έβαζα στοίχημα πως άμα επισκεφθείς τη δεσποινίδα Χόφμαν ξανά, θα αλλάξεις γνώμη, Τόμας». Στράφηκε προς τον σύντροφό της και ακούμπησε το χέρι της στο μπράτσο του. «Ο έρωτας είναι απρόβλεπτος, έτσι δεν είναι, αγαπητέ κύριε Κίρνι;»

Τέλος 8ου κεφαλαίου

Οι εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα» προτείνουν επίσης:

1. «Τα Ανέμελα Χρόνια», της Elizabeth Jane Howard

2. «Το άρωμα της ευτυχίας είναι πιο δυνατό κάτω από τη βροχή», της Virginie Grimaldi

ΚΟΣΜΙΚΑ

Τζένιφερ Λόπεζ-Μπεν Άφλεκ: Η επόμενη ημέρα του γάμου…

Τζένιφερ Λόπεζ-Μπεν Άφλεκ: Η επόμενη ημέρα του γάμου…

Μαίρη Αυγερινοπουλου 19/07/2022
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Ο Μάθιου ΜακΚόναχι οικογενειακώς στην Ελλάδα

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Ο Μάθιου ΜακΚόναχι οικογενειακώς στην Ελλάδα

Γωγώ Αυγερινοπούλου 14/06/2022
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Το Χόλλυγουντ κάνει διακοπές την Ελλάδα

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Το Χόλλυγουντ κάνει διακοπές την Ελλάδα

Μαίρη Αυγερινοπουλου 15/06/2022

ΚΟΣΜΙΚΑ

Το The Pop Up Project  δίπλα στα Παιδικά Χωριά SOS!

Το The Pop Up Project  δίπλα στα Παιδικά Χωριά SOS!

Μαίρη Αυγερινοπουλου 20/07/2023
SYMMETRIA: Διεθνής Βράβευση

SYMMETRIA: Διεθνής Βράβευση

Μαίρη Αυγερινοπουλου 20/07/2023
MI-RŌ:  Φαντασμαγορική επίδειξη μόδας

MI-RŌ:  Φαντασμαγορική επίδειξη μόδας

Μαίρη Αυγερινοπουλου 19/06/2023